ξηρολιθοδομή

ξηρολιθοδομή

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "ξηρολιθοδομή" в других словарях:

  • ξηρολιθοδομή — η τοιχοποιία χωρίς παρεμβολή συνδετικού κονιάματος, ξερολιθιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ξηρός + λιθοδομή. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στο Λεξικόν Ελληνογαλλικόν τού Άγγ. Βλάχου] …   Dictionary of Greek

  • ξερολιθιά — η [ξερολίθι] τοίχος που χτίζεται με λίθους χωρίς συνδετικό κονίαμα, χωρίς λάσπη, ξηρολιθοδομή …   Dictionary of Greek

  • ξεροτρόχαλος — το τοίχος κατασκευασμένος από λίθους, από τροχάλους χωρίς συνδετική ύλη, ξερολίθι, ξηρολιθοδομή. [ΕΤΥΜΟΛ. < ξερός + τρόχαλος «σωρός λίθων»] …   Dictionary of Greek

  • ξηρός — και ξερός, ή, ό, θηλ. και ξηρά (ΑΜ ξηρός, ά, όν, Α θηλ. και ξηρή) 1. αυτός που δεν περιέχει υγρασία, ο χωρίς νερό, στεγνός, άνυδρος (α. «ξερό ποτάμι» β. «χείμαρρους ξηροὺς ὕδατος», Αρρ.) 2. αυτός που έχει αποβάλει την ικμάδα του, τη ζωηρότητά του …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»